Πάνω στο κέντημα ένα ήσυχο απόγευμα,
βύθισε τη βελόνα της στο ύφασμα
κι όταν την τράβηξε ξανά για να τη βγάλει,
η κλωστή απ' την άλλη
σχημάτισε έναν κόμπο στο λαιμό.
Γύρισε τον καμβά ανάποδα,
ήρθε στα πόδια το ταβάνι
και στο βυθό την κόλλησε μ΄ άγκυρα τη βελόνα.
Πώς πνίγηκα έτσι, σκέφτηκε,
ένα τόσο ήσυχο απόγευμα.
10.10.18
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης (Atom)
2 σχόλια:
Πάντα τέτοια. Όχι πνιγμους,αλλά όμορφα λόγια.
Ναι! Στίχοι σαν γάργαρος πίνακας.
Δημοσίευση σχολίου