6.6.08

-Τι ζώδιο είστε;
-Μπανάνα. Με ανάδρομο μανάβη.

Με κοιτάζει με τα μεγάλα, μπλε μάτια της. Λέει βλακείες πάλι. Κι εγώ την ακούω. Και μου αρέσει.

Μόλις μπαίνουμε στο σπίτι, αφήνει τα ψώνια στο πάτωμα, αφήνει και τα κλειδιά της στο μπολάκι στο τηλέφωνο. Την έχω παρακαλέσει τόσες φορές να το καταργήσουμε. Τα μισώ τα μπολάκια. Κυρίως πάνω στο τηλέφωνο και με κλειδιά, λαστιχάκια, σημειώματα και νιφάδες καπνού στον πάτο. Ναι, ναι, μου λέει. Τι άλλο θά' λεγε. Ελίσσεται σαν να την έχεις αλείψει με γράσο. Ξαπλώνει πάνω στο κρεβάτι, τα πόδια της περισσεύουν. Πατούσες μαύρες σαν τον διάολο. Μην περπατάς ξυπόλυτη, βάζε παντόφλες, ιδρώνουν τα πόδια σου και αφήνεις σημάδια. Ναι, ναι, μου λέει. Δεν πρόκειται να σηκωθεί, την ξέρω. Αν δεν θέλει, δεν σηκώνεται. Πάντα έτσι. Ο άνθρωπος που θέλει κι αναπνέει.

Φτιάχνω εγώ την ομελέτα. Σπάω τα αβγά, τα ανακατεύω με την κουτάλα, ξύλινη να μην ξύνει το τεφάλ. Ησυχία από μέσα. Θα κοιμάται. Θα την ξυπνήσω, θα τη σύρω μέχρι την κουζίνα, σε όλο το δρόμο θα τρίβει τα μάτια της, θα πιάνει τα μαλλιά της, θα βγάζει το βρακί της απ' τον ποπό. Ύστερα θα καθίσει στο τραπέζι, θα κοιτάζει το πιάτο και θα αρχίσει. Μια χαρτοπετσέτα; Το αλάτι; Δεν είχαμε και μια ντομάτα κομμένη από χθες; Και τέτοια. Κι εγώ θα σηκώνομαι και ξέρετε κάτι; Θα μου αρέσει.

Με τη μαμά μου τα πηγαίνει ΟΚ. Αυτή είναι η λέξη. Με δύο γράμματα. ΟΚ. Τελειώνει γρήγορα, πριν προλάβεις να το καλοσκεφτείς. Όποτε πάμε, η μικρή βαριέται και αρχίζει και κόβει βόλτες. Πάει μέχρι το σύνθετο, κρατάει τον καφέ της μέσα στις παλάμες σαν να κρυώνει και κοιτάζει τα μπιμπελό. Έρχεται, ξανακάθεται δίπλα μου, της ακουμπάω το γόνατο.

Η μαμά μου δεν την ήθελε καθόλου στην αρχή -τι πρωτότυπο- ύστερα όμως τη δέχτηκε -τι πρωτότυπο κι αυτό. Ευτυχώς δεν είχαμε καμία σκηνή. Απλώς η μαμά ξίνισε τη μούρη της όταν της είπα ότι θα παντρευτούμε.
-Ε.
Αυτό ήταν το σχόλιο. Ε. Αλλά έτσι είναι η οικογένειά μου. Εκεί που πάει να γαμήσει, της πέφτει.

Σκουπίζει το στόμα της, ρεύεται. Συγνώμη, μου λέει. Θα πλύνω τα πιάτα. Βάζω την ποδιά, πιάνω το ξύδι και αρχίζω να ραντίζω τα πιάτα που φάγαμε τα αβγά. Μισώ τη μυρωδιά από τα αβγά.

-Θάνο;
-Έλα.
-Θάνο;
-Έλα.
-Φτιάχνεις καφέ; Φτιάξε και θα σου πω και το φλιτζάνι.

Το φλιτζάνι το λέει καλά. Δηλαδή. Δεν κομπιάζει. Έχει μια ροή ο λόγος της. Αρχίζεις να υποπτεύεσαι ότι κάτι δεν πάει καλά μετά την τρίτη φορά. Βλέπει πάντα τα ίδια. Τα εξής τρία: πουλιά, πολλή μαυρίλα, δίνες. Έτσι και την πιστέψεις, νομίζεις πως πεθαίνεις αύριο. Της λέω να μην μου πει το φλιτζάνι και θα πάω να ξαπλώσω. Κάτι πάει να πει, βγαίνω απ' την κουζίνα.

Αν μού' λεγε κανείς να αλλάξω τη ζωή μου, βέβαια θα τού' λεγα. Δηλαδή να με έπαιρνε ένα τεράστιο χέρι και να με πήγαινε αλλού. Εντελώς αλλού. Σε ένα μέρος όπου ο τροχός είναι τετράγωνος και τέτοια. Καμία σχέση. Αν με ρωτήσεις αν έχω μετανιώσει, για όλα θα σου πω. Εκτός απ' τη μικρή. Δεν θα γεράσουμε μαζί, το ξέρω. Όχι γιατί δεν θέλω εγώ. Και θέλω και μπορώ. Εκείνη θέλει, αλλά δεν μπορεί. Το ξέρω. Μια μέρα θα την ξυπνήσω, θα τη σύρω μέχρι την κουζίνα και θα μου πει Θάνο; Έλα. Θάνο; Έλα. Δεν μπορώ άλλο. Βέβαια, μου έλεγε κάποιος που έχει δύο σκύλους, ο ένας τον κοιτάζει πάντα στα μάτια, δεν έχει μάτια για τίποτε άλλο, κι ο άλλος κόβει βόλτες ανεξάρτητος, μου έλεγε αυτός λοιπόν ότι όταν φεύγει διακοπές, ο ανεξάρτητος αρρωσταίνει και του αλλουνού δεν του καίγεται καρφί.

-Θάνο;
-Έλα.
-Θάνο;
-Έλα.
Στέκεται στην πόρτα της κρεβατοκάμαρας.
-Κοιμάσαι;
-Προσπαθώ.
-Έρχομαι, κάνε πιο πέρα.

Με αγκαλιάζει, είναι καλοκαίρι, μένουμε σε ένα τριώροφο, έχει έναν κήπο γεμάτο κίτρινα λουλούδια, ο θείος Βάγγος περπατάει στο δρόμο κρατώντας ένα τεράστιο καρβέλι, αρχίζει να ροχαλίζει. Πάει το όνειρο. Γυρίζω, στηρίζομαι στο χέρι μου και την κοιτάζω. Έχει κλειστά τα μάτια και πού και πού τινάζεται λίγο το κάτω χείλος.


9 σχόλια:

Nomad είπε...

Στη δικιά μου οικογένεια το ξέραμε οτι θα μαας πέσει και κόψαμε το πήδουλο.

:)

Ποσων χρονων είναι;

(εξοχη γραφή)

Ιφιμέδεια είπε...

Αχχχ, και μόνο που την λέει 'μικρή' είναι σε άλλους τόπους, έτσι δεν είναι;

Τέλος πάντων, τι να πω; Ωραίο κείμενο πολύ, γνώριμη ιστορία, άσχημο ζώδιο η μπανάνα, δύσκολα ταιριάζει με τα άλλα φρούτα

ou ming είπε...

Θα σας έλεγα τι κάναμε στη δική μας, nomad, αλλά έχω κάνει το λάθος και έχω δώσει τη διεύθυνση του μπλογκ στη μαμά μου και το διαβάζει. Θα σας τα πω σε μέηλ (πλάκα κάνω, μαμά).

Ιφιμέδεια, ακόμη πιο άσχημο όταν έχει ανάδρομο τον μεσάζοντα. Χαίρομαι που σας άρεσε το κείμενο.

ε είπε...

οχι απλως εξοχη.εξοχοτατη γραφη.
θα μπορουσα να καθομαι εδω σε μια γωνιτσα μερες,αν μ αφηνατε ου.

x-ray είπε...

ε, έχει πολλές θέσεις, έκει στο κασκόλ κρέμομαι, ελάτε (έχει ωραία θεά από 'κει).

kabano είπε...

Πολύ όμορφο, Ου, με συγκίνησες πρωί πρωί, καλά ξεκινάμε.

Despoina Chatzipavlidou είπε...

μου αρέσεται πολύ, Θάνο :)

Ανώνυμος είπε...

ωραίο._

Ανώνυμος είπε...

-Ου;
-Έλα.
-Ου;
-Έλα.
-Αυτό που έγραψες είναι ζόρικο.
-Μμμ.